Και ήρθε πάλι εκείνη η ώρα που φοβάσαι. Η ώρα που οι υπόλοιποι άνθρωποι, κατάκοποι από τις υποχρεώσεις της ημέρας πηγαίνουν για ύπνο. Εσύ όμως την τρέμεις αυτή την ώρα. Είναι η ώρα που κλείνεις τα μάτια σου και οι σκέψεις έρχονται βροχή.
Ο χαμένος έρωτας, ο έρωτας που δεν ήρθε, τι σου έκαναν, τι σου είπαν, γιατί αυτό, γιατί εκείνο….σε πονούν οι σκέψεις σου. Αλλά δεν μπορείς να τις σταματήσεις. Ίσως και να μη θέλεις. Ίσως και για κάποιο ανεξήγητο λόγο αυτός ο πόνος που σου προκαλούν να σου κάνει καλό. Πως μπορεί όμως ο πόνος να κάνει καλό;
Είναι όπως όταν είμαστε χάλια και βάζουμε τραγούδια που μας κάνουν ακόμα πιο χάλια και πέφτουμε στα πατώματα. Γιατί το κάνουμε αυτό; Θέλουμε να πονάμε; Γιατί βάζουμε την ψυχή μας να υποστεί αυτό το μαρτύριο;
Προσπαθείς πολλές φορές να το σταματήσεις, να μη σκέφτεσαι ό,τι σε πόνεσε, ό,τι ακόμα σε πονάει. “Πρέπει να κοιμηθώ” λες στον εαυτό σου αλλά αυτός δε σε ακούει. Κι έρχεται σαν εικόνα μπροστά σου εκείνος. Εκείνος κάποτε ήταν τα πάντα, και τώρα είναι απλά μια σκέψη που σε στοιχειώνει τη νύχτα. Εκείνος που ήταν η πρώτη σου σκέψη το πρωί και η τελευταία τη νύχτα. Που γέμιζε τις μέρες και τις νύχτες σου με αγάπη.
Αυτός που τελικά ήταν όλα μαζί. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας, ο έρωτας που δεν ήρθε και αυτός που δε θα ξανάρθει ποτέ. Και τότε όλες οι άλλες σκέψεις φεύγουν και το μυαλό σου πλημμυρίζει μόνο από αυτόν. Αυτά που ζήσατε αλλά κυρίως αυτά που δεν ζήσατε και που έχουν μείνει στις γωνίες του μυαλού σου να σε βασανίζουν τις νύχτες.
Δάκρυα τρέχουν από τα μάτια σου και αυτός ο καταραμένος ο ύπνος δεν έρχεται να σε λυτρώσει. Νιώθεις ένα πόνο βαθιά μες την ψυχή σου και την απελπισία να σε κατακλύζει. Όλα τα αμέτρητα γιατί και όλα εκείνα που δε θα έρθουν ποτέ. Σφιχταγκαλιάζεις το μαξιλάρι σου και έτσι κάποια στιγμή αποκοιμιέσαι, χαράματα πλέον, μέχρι να έρθει η επόμενη νύχτα και οι σκέψεις να σε στοιχειώσουν για άλλη μια φορά….